ΓΟΝΕΑΣ: ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΨΗΛΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟ
Η σχέση του γονιού με το παιδί δημιουργεί την αίσθηση ενός άχρονου, ακατάλυτου δεσμού. Η προσπάθεια του γονιού επικοινωνιακά είναι η απάντηση στο ερώτημα του παιδιού: «Άραγε ο κόσμος με θέλει; Θέλει να υπάρχω;» Και φυσικά ο γονιός προσπαθεί συνεχώς με όλα τα μέσα να επικοινωνήσει στο παιδί την καταφατική απάντηση: «Ναι, ο κόσμος σε θέλει-θέλει να υπάρχεις!»
Πόσοι τρόποι επικοινωνίας; Σε πόσα διαφορετικά πλαίσια; Με πόσους τρόπους; Φυσική παρουσία, ενέργειες, συναισθήματα, σκέψεις, λέξεις… Συναισθηματική παρουσία, η βεβαιότητα που δημιουργείται στο κάθε παιδί ο γονιός του είναι διαθέσιμος και ότι μπορεί να προστρέξει και να προβλέψει σε αυτόν σε κάθε αντιξοότητα ή ανάγκη. «Ότι κι αν γίνει ότι κι αν συμβεί οι γονείς μου θα είναι πάντα δίπλα μου». Ταυτόχρονα μην ξεχνάμε τον σημαντικό επικοινωνιακό ρόλο που επιτελεί ο γονιός για το κοινωνικό πλαίσιο: είναι ο βασικός πρώτος συνομιλητής για θέματα που αφορούν στην μετάδοση της κουλτούρας, του πολιτισμικού υπόβαθρου, της γλώσσας, αλλά και ο βασικός «μεταφραστής» των ονείρων και εφιαλτών του παιδιού, των ζωγραφιών και των σκέψεων.
Ουσιαστικά η πρώτη επικοινωνιακή ιδιότητα του γονιού είναι ότι ενσαρκώνει τη ρητή κατάφαση του κόσμου στην ύπαρξη του παιδιού. Μια σχέση άχρονη και ακατάλυτη (ο όρος πατέρας που συνοδεύει το θεό δεν είναι τυχαίος).
Ο γονιός αγαπά το παιδί, επειδή είναι παιδί του. Το αγαπάει γι’αυτό το απόλυτο γνώρισμα. Το οποίο συμπυκνώνει ολοκληρωτικά το τι αισθάνεται πως είναι το παιδί του άσχετα με ότι άλλο μπορεί να είναι και να μην είναι (ιδιότητες, επίθετα και χαρακτηριστικά). Στην πορεία της σχέσης πολλοί παράγοντες διαταράσσουν αυτή την ιδιότητα του γονιού και μπορεί να επικοινωνείτε το μήνυμα ότι οι γονείς αγαπούν το παιδί υπό όρους. Τα παιδιά αλλά και οι γονείς υποφέρουν από αυτή την κατάσταση κυρίως όμως όχι γιατί οι όροι είναι επαχθείς και δύσκολοι να επιτελεστούν αλλά επειδή και οι δύο πλευρές (γονείς-παιδιά) γνωρίζουν ότι οι όροι είναι ασύμβατοι με την σχέση τους. Ίσως αυτό να εξηγεί και πολλές από τις έντονες συγκρούσεις-καυγάδες που βασανίζουν γονείς και παιδιά με ατέρμονο τρόπο, ίσως αυτή να είναι και μια εξήγηση για την ένταση των συγκρούσεων αυτών, των οποίων η τελική επίλυση επαναφέρει τα πράγματα στην άνευ όρων αγάπη. Τα παραπάνω τονίζουν τη σημασία του επικοινωνιακού μηνύματος σε αγαπώ με ή χωρίς όρους.
Ο γονιός μέσα σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να λέει όχι να αρνείται και να απαγορεύει χωρίς να ταλαντεύεται, επίσης λέει μη! Και όχι! Χωρίς να φοβάται. Ταυτόχρονα αυτό το μήνυμα είναι αρκετά αμφίσημο και αντιφατικό, δηλαδή πολλές φορές υπάρχει επιθυμία η σκέψη να πει μη και όχι και να κάνει το σκοπό και καταλήγει τελικά να λέει ναι και να επιτρέπει. Εδώ ενυπάρχουν τα χαλαρά όρια και το θέμα της ασυνέπειας-συνέπειας του γονιού καθώς και η προσωπική και ατομική οριοθέτηση που ο κάθε γονιός έχει εσωτερικά για τον εαυτό του και προηγείται της οριοθέτησης του παιδιού.
Κάθε γονιός πρέπει να λέει μην κάνεις την τάδε η την δείνα βλακεία, όμως τα παιδιά για να μεγαλώσουν και να ωριμάσουν οφείλουν στον εαυτό τους να κάνουν και βλακείες να κάνουν δοκιμές και πειραματισμούς με τις απαγορεύσεις ώστε να ενηλικιωθούν.